Bασικές αρχές σύγχρονης δημοτικής διοίκησης

Πρέπει να καθιερωθεί απλή αναλογική στην Τοπική Αυτοδιοίκηση
31 Αυγούστου 2019
Εντεταλμένος σύμβουλος Περιβάλλοντος ο Νίκος Παπαδάκης
4 Σεπτεμβρίου 2019
Show all

Bασικές αρχές σύγχρονης δημοτικής διοίκησης

Bασικές αρχές σύγχρονης δημοτικής διοίκησης :

Γράφει ο Μιχάλης Χρηστάκης

Η τρέχουσα αντίληψη της σύγχρονης δημόσιας διοίκησης δίνει έμφαση στη διοίκηση μέσω στόχων με ποιοτικό χαρακτήρα και αναπτυξιακό προσανατολισμό. Αναγνωρίζοντας την αναγκαιότητα για απλές, προσιτές, διαφανείς υπηρεσίες που θα εστιάζουν στον πολίτη -πελάτη, η δημόσια τοπική διοίκηση οφείλει να παρακολουθεί τα νέα δεδομένα, να είναι ευέλικτη και να προσαρμόζεται ανάλογα, ώστε να ανταποκρίνεται έγκαιρα στις αλλαγές και στις απαιτήσεις της κοινωνίας.

Προς την κατεύθυνση αυτή, ο επιτελικός προγραμματισμός και η ανάγκη αποκεντρωμένης λειτουργίας της διοίκησης αποτελούν εγγυήσεις για την αποτελεσματικότερη προσέγγιση και ανταπόκριση στις μεταβαλλόμενες ανάγκες – απαιτήσεις των πολιτών. Παράλληλα, ο καθορισμός προτεραιοτήτων και οι επιχειρησιακά μετρήσιμοι στόχοι σε συνδυασμό με την ορθολογική χρήση και διαχείριση των διαθέσιμων πόρων κρίνονται ως απαραίτητα κριτήρια για τη μείωση του κόστους λειτουργίας και τη βελτίωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών.

————————————————————————————

Γράφει ο Δρ. Μιχάλης Χρηστάκης Πολιτικός Επιστήμονας – Διεθνολόγος Πρόεδρος της Ένωσης Γενικών Γραμματέων Δήμων Ελλάδος «Κλεισθένης» Ειδικός Επιστήμονας του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης Email: christakismichalis2@gmail.com ——————————————————————————————

Κάθε αυτοδιοικητική αρχή που σέβεται τον εαυτό της και την αποστολή που της έχει ανατεθεί από τους πολίτες οφείλει να τηρεί -στο πλαίσιο της καθημερινής διαχείρισης των τοπικών αρμοδιοτήτων που της έχουν ανατεθεί από την κεντρική διοίκηση- μια σειρά από βασικές αρχές, όπως:

• Η Αρχή της Νομιμότητας προβλέπει ότι οι ενέργειες στις οποίες προβαίνουν τα όργανα της δημόσιας τοπικής διοίκησης (αιρετά και μη) δεν πρέπει να αντίκεινται, αλλά να είναι σύμφωνες με το Σύνταγμα και τους νόμους του κράτους. Κάθε διοικητική δράση διέπεται από την αρχή της νομιμότητας, όπου τα διοικητικά όργανα δεσμεύονται να προβαίνουν σε υλικές ενέργειες ή νομικές πράξεις μόνο σύμφωνα με την αρχή της νομιμότητας. Μια διοικητική πράξη που δεν βρίσκει έρεισμα στο νόμο δεν είναι νόμιμη.

• Η Αρχή της Ισότητας (και ειδικότερα της αναλογικής ισότητας) επιβάλλει κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της τοπικής διοίκησης την ίση μεταχείριση όμοιων υποθέσεων των πολιτών. Η αρχή αυτή δεσμεύει την τοπική διοίκηση τόσο κατά την άσκηση της κανονιστικής της αρμοδιότητας, όσο και κατά την έκδοση ατομικών διοικητικών πράξεων, αλλά και την εν γένει συμπεριφορά της προς τους πολίτες.

• Η Αρχή της Αξιοκρατίας αποτελεί κανόνα οργάνωσης και λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης καθώς σχετίζεται ιδιαίτερα με το σύστημα προσλήψεων στο δημόσιο τομέα, αποδίδοντας ιδιαίτερη αξία σε ότι αφορά την αποτελεσματικότητα των διοικητικών – δημοτικών δομών. Στην περίπτωση αυτή, η αρχή της αξιοκρατίας υποστασιοποιείται ως κανόνας της προσωπικής αξίας, καθώς ο διορισμός σε θέση δημοσίου – δημοτικού υπαλλήλου πρέπει να γίνεται ανάλογα με την προσωπική αξία κάθε υποψηφίου και να είναι βασισμένη σε αντικειμενικά και απρόσωπα κριτήρια.

• Η Αρχή της Αμεροληψίας επικεντρώνεται στη διαφύλαξη του αδιάβλητου της κρίσεως του τελικώς αποφασίζοντος οργάνου στην τοπική δημόσια διοίκηση. Με τον τρόπο αυτό, επιδιώκεται η θεμελίωση της πεποίθησης σε κάθε διοικούμενο περί της ορθής αξιολογήσεως των προϋποθέσεων εφαρμογής του νόμου και ακολούθως της έκδοσης δικαίας και νομίμου κανονιστικής πράξεως – απόφασης.

• Η Αρχή της Προστασίας του Δημοσίου Συμφέροντος αποτελεί κεντρική και θεμελιακή αρχή για την οργάνωση και λειτουργία της τοπικής δημόσιας διοίκησης. Στην πράξη κατευθύνει τον τρόπο λειτουργίας και οργάνωσης του διοικητικού μηχανισμού και των υπηρεσιών. Με τον όρο δημόσιο συμφέρον αναφερόμαστε στο συμφέρον του λαού. Με την έννοια αυτή, η τοπική δημόσια διοίκηση στην περίπτωση επιλογής περισσότερων εξίσου νόμιμων λύσεων, οφείλει να επιλέξει κατά την άσκηση της διακριτικής της ευχέρειας, εκείνη η οποία, κατά την κρίση της εξυπηρετεί καλύτερα το τοπικό δημόσιο συμφέρον.

• Η Αρχή της Αναγκαιότητας οδηγεί σε δράση τη δημόσια τοπική διοίκηση, καθώς μόνο με τον τρόπο αυτό διαφυλάσσεται το δημόσιο συμφέρον. Η δράση αυτή υλοποιείται ως νόμιμη και ως θεμιτή κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις και πάντοτε αφού πρώτα κριθεί αναγκαία για την προστασία του δημοσίου συμφέροντος.

• Η Αρχή της Επικουρικότητας του Κράτους ενισχύει την αποκέντρωση αρμοδιοτήτων υπέρ της αυτοδιοίκησης, ενώ η κεντρική διοίκηση οφείλει πλέον να δρα επιτελικά με κεντρικό σχεδιασμό και συντονισμό. Στην ίδια κατεύθυνση εντάσσεται και η αξιολόγηση αλλά και ο έλεγχος νομιμότητας των αποτελεσμάτων της δράσης των αυτοδιοικούμενων μονάδων, χωρίς να παρεμποδίζεται η πρωτοβουλία και η ελευθερία δράσής τους.

• Η Αρχή της Αιτιολογίας των Διοικητικών Πράξεων αφορά τις πράξεις όλων των λειτουργών της ενιαίας εξουσίας του κράτους και επιβεβαιώνει την αρχή της φανερής δράσης των οργάνων του. Η υποχρέωση αιτιολογίας, συνδέεται τόσο με τα δικαιώματα γνώσης των διοικητικών στοιχείων και προηγούμενης ακρόασης, όσο και με την αποδεικτική διαδικασία που τηρείται για την έκδοση της διοικητικής πράξης.

• Η Αρχή της Συνέχειας και Λειτουργίας των Οργάνων εστιάζεται στην απρόσκοπτη λειτουργία των υπηρεσιών της κεντρικής και τοπικής διοίκησης και την αποσύνδεσή της από την οποιαδήποτε κυβερνητική ή δημοτική θητεία. Στο ίδιο πλαίσιο επιβάλλεται και η αναγνώριση των πράξεων της προηγούμενης διοίκησης, πάντοτε εντός των υφιστάμενων νομικών και κανονιστικών διατάξεων.

• Η Αρχή της Καλής Πίστης και της Προστατευόμενης Εμπιστοσύνης, Ασφάλειας Δικαίου του Διοικουμένου επιβάλλει στη δημόσια διοίκηση να μην εκμεταλλεύεται το διοικούμενο ή ακόμη περισσότερο να μη δημιουργεί καταστάσεις πλάνης, απάτης ή απειλής του. Η αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης επιβάλει στη δημόσια διοίκηση να μην επικαλείται δικές της παραλείψεις, για τις οποίες ο διοικούμενος δεν φέρει καμία ευθύνη ή να αγνοεί μια ευνοϊκή για το διοικούμενο πραγματική κατάσταση που έχει δημιουργηθεί επί μακρό χρονικό διάστημα και να αρνείται το δικαίωμα του να συνάγει τις ωφέλιμες έννομες συνέπειες της. Η αρχή αυτή συνδέεται με τη διαδικασία ανάκλησης συγκεκριμένων διοικητικών πράξεων, ενώ στην ουσία παρεμποδίζει την αντιφατική δράση της δημόσιας διοίκησης.

• Η Αρχή της Ακρόασης του Διοικουμένου πριν τη Λήψη Δυσμενούς Απόφασης συνίσταται στη δυνατότητα του διοικούμενου να διατυπώσει τις απόψεις του πριν από την έκδοση δυσμενούς γι΄ αυτόν διοικητικής πράξης. Το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα και σε περίπτωση που δεν τηρηθεί όπως προβλέπεται, μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση ή ανάκληση της απόφασης που έχει ληφθεί.

• Η Αρχή της Αναλογικότητας Σκοπού και Μέσου ορίζει ότι, μεταξύ του συγκεκριμένου διοικητικού μέτρου και του επιδιωκόμενου σκοπού, πρέπει να υπάρχει εύλογη σχέση. Η αρχή της αναλογικότητας υποδηλώνει το όριο των περιορισμών, που δύναται να επιβάλλει η τοπική δημόσια διοίκηση στην άσκηση και απόλαυση των συνταγματικών δικαιωμάτων των πολιτών. Για παράδειγμα, το Συμβούλιο της Επικρατείας δέχεται ότι, εφόσον οι δημόσιες ανάγκες μπορούν να εξυπηρετηθούν με ηπιότερο τρόπο, δεν επιτρέπεται ως επαχθέστερο να επιβληθεί το μέτρο της στέρησης ατομικής ιδιοκτησίας με απαλλοτρίωση.

• Η Αρχή της Χρηστής Διοίκησης και της Επιείκειας ορίζει ότι τα όργανα της τοπικής δημόσιας διοίκησης πρέπει να σέβονται την προστασία των δικαιωμάτων του διοικουμένου και να λειτουργούν με επιείκεια. Η αρχή της χρηστής διοίκησης υποχρεώνει τα διοικητικά όργανα να ασκούν τις αρμοδιότητές τους με βάση το περί δικαίου αίσθημα τους, με αναλογικότητα και επιείκεια και στο πλαίσιο της αρχής της νομιμότητας της δημόσιας διοίκησης. Σύμφωνα με την αρχή αυτή η δημόσια διοίκηση οφείλει να διευκολύνει τους διοικούμενους να προστατεύουν τα συμφέροντά τους και να απολαμβάνουν τα δικαιώματά τους.

• Η Αρχή του Ελέγχου της Δημόσιας Διοίκησης υλοποιείται μέσα από την άσκηση του δικαιώματος αναφοράς στις διοικητικές αρχές και του δικαιώματος προσφυγής στη δικαιοσύνη κατά πράξεων των οργάνων της δημόσιας διοίκησης. Οι παραπάνω δεκατέσσερις (14) αρχές διοίκησης θα πρέπει να τηρούνται ευλαβικά από τις εκλεγμένες αυτοδιοικητικές αρχές αλλά και από το διοικητικό μηχανισμό τους. Η τήρηση αυτή θα οδηγήσει σε μεγαλύτερο σεβασμό και καταξίωση στην τοπική κοινωνία και για τις δύο διαστάσεις του δημοτικού συστήματος (αιρετοί και διοικητικά στελέχη), όπως και στη θετική αξιολόγηση του έργου που συντελείται τοπικά.

ΣΥΝΟΠΤΙΚΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΜΙΧΑΛΗΣ Γ. ΧΡΗΣΤΑΚΗΣ

Δρ. Διεθνών Σχέσεων (Πολιτικός Επιστήμονας – Διεθνολόγος) Πτυχιούχος Πολιτικών Επιστημών και Δημόσιας Διοίκησης της Νομικής Σχολής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Εξειδικεύτηκε στα Ευρωπαϊκά Θέματα και στις Διεθνείς Σχέσεις στο Πανεπιστήμιο του Reading στην Αγγλία (Masters). Με υποτροφία του ΝΑΤΟ εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή στο Πανεπιστήμιο του ΚΕΝΤ στην Αγγλία, όπου και αναγορεύτηκε σε Διδάκτορα Διεθνών Σχέσεων.

Είναι Ειδικός Επιστήμονας στο Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Κ.Δ.Δ.Α.) του Υπουργείου Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. Από τον Ιανουάριο του 2007 είναι Γενικός Γραμματέας του Δήμου Αμαρουσίου, με αρμοδιότητες τη Διοίκηση του Προσωπικού του Δήμου, το Συντονισμό και την Οργάνωση των Υπηρεσιών, την Έκδοση των Διαδικασιών Λειτουργίας του Δήμου και του Συστήματος Ποιότητας, το συντονισμό και την εποπτεία των θεμάτων που αφορούν Εθνικά και Ευρωπαϊκά Προγράμματα, καθώς και τα θέματα Διεθνών Σχέσεων του Δήμου.

Ειδικεύεται στα Ευρωπαϊκά Θέματα, στις σχέσεις της Ελλάδας με τις Βαλκανικές Χώρες και στις σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την Τουρκία, καθώς επίσης σε θέματα του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης και ειδικότερα στα Επιχειρησιακά Προγράμματα της χώρας και τις Κοινοτικές Χρηματοδοτήσεις. Έχει διατελέσει Ειδικός Σύμβουλος σε σειρά Υπουργείων. Παράλληλα έχει αναπτύξει σημαντική ερευνητική δραστηριότητα και υπήρξε επιστημονικός συντονιστής σε πλήθος Κοινοτικών Προγραμμάτων. Επίσης διαθέτει σημαντική διδακτική δραστηριότητα στην ανώτατη και ανώτερη εκπαίδευση με αντικείμενο τις ευρωπαϊκές πολιτικές και τα οικονομικά θέματα.