Στον Δήμο Αθηναίων παραχωρείται το ιστορικό κτίριο του θεάτρου «ΕΜΠΡΟΣ»
Άλλο ένα εμβληματικό κτίριο της Αθήνας περνά στον Δήμο Αθηναίων. Πρόκειται για το κτίριο του θεάτρου «ΕΜΠΡΟΣ» στου Ψυρρή, το οποίο επί σειρά ετών αποτέλεσε σημαντικό χώρο πολιτισμού για την πόλη. Μετά τη σχετική σύμβαση που υπογράφηκε με την Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤΑΔ), ο δήμος αποκτά το ακίνητο κι έτσι μπορεί πλέον να αναλάβει την αποκατάσταση και την ανάδειξή του. Μάλιστα, όπως ανέφερε ο δήμαρχος Κώστας Μπακογιάννης, θα ξαναγίνει θέατρο με σύγχρονες προδιαγραφές.
Το κτίριο ανεγέρθηκε τη δεκαετία του ’30 και λειτούργησε αρχικά ως τυπογραφείο της εφημερίδας «ΕΜΠΡΟΣ». Από το 1988 έως το 2007 λειτούργησε ως θέατρο, ενώ το 2011 τέθηκε υπό κατάληψη.
Την τελευταία τετραετία περιήλθαν στον Δήμο Αθηναίων ακίνητα όπως το ιστορικό «Αναπαυτήριο» του Πικιώνη στον λόφο του Φιλοπάππου, το Θέατρο του λόφου Λυκαβηττού, το Ολυμπιακό Κολυμβητήριο στο Ζάππειο και το πρώην εργοστάσιο Βότρυς στα Σεπόλια.
«Έγινε το πρώτο βήμα, ώστε το ΕΜΠΡΟΣ να γίνει ένα σύγχρονο, ευρωπαϊκό και ασφαλές θέατρο και να δώσει μια πολύτιμη “ανάσα” πολιτισμού στους κατοίκους, τους επισκέπτες και στους ανθρώπους της τέχνης», ανέφερε ο κ. Μπακογιάννης και πρόσθεσε: «Με σχέδιο και επιμονή, πετύχαμε να δώσουμε στην πόλη έναν ακόμη χώρο πολιτισμού».
Από την πλευρά του, ο εντεταλμένος σύμβουλος, εκτελών χρέη διευθύνοντος συμβούλου της ΕΤΑΔ, Παναγιώτης Μπαλωμένος, τόνισε: «H συμφωνία στην οποία καταλήξαμε με τον Δήμο Αθηναίων, σηματοδοτεί ένα νέο κεφάλαιο ανάδειξης και αξιοποίησης ενός εμβληματικού και ιστορικού ακινήτου. Με τον τρόπο αυτό μέσα από τη στενή και αγαστή συνεργασία της ΕΤΑΔ με τον Δήμο Αθηναίων, διορθώνουμε μία προβληματική κατάσταση του παρελθόντος, που μέσα από τις κατάλληλες παρεμβάσεις ανάδειξης και αποκατάστασης από την πλευρά του δήμου, θα επαναφέρουν το ιστορικό θέατρο ΕΜΠΡΟΣ στη θέση που του αρμόζει προς όφελος των δημοτών και των επισκεπτών της Αθήνας».
Και κατέληξε: «Η συμφωνία αυτή αποδεικνύει ότι σε συνεργασία με όλους τους δήμους και τους τοπικούς φορείς σε όλη τη χώρα, μπορούμε να συνεργαστούμε αποτελεσματικά, ώστε να επιλύσουμε διαχρονικά προβλήματα που αφορούν τα ακίνητα του ελληνικού Δημοσίου και να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις αξιοποίησής τους με θετικά αποτελέσματα για τις τοπικές κοινωνίες και συνολικά για τη χώρα».