Μπορεί να έχει ψηφιστεί και να έχει εκδοθεί σε ΦΕΚ από τον Ιούνιο του 2021 το ενιαίο πλαίσιο για την εφαρμογή της τηλεργασίας στον δημόσιο τομέα, αλλά ο νόμος διατηρείται ανεφαρμόστος καθώς εκκρεμεί επί μήνες η έκδοση του απαιτούμενου Προεδρικού Διατάγματος, που αφορά την προστασία των προσωπικών δεδομένων των τηλε-εργαζομένων. Αν και το μέτρο της τηλεργασίας είχε χρησιμοποιηθεί… δια πάσαν νόσον τους πρόσφατους μήνες (και σε συνθήκες κακοκαιρίας, πέρα από τις αλλαγές που επέβαλλε η πανδημία) και το υπουργείο Εσωτερικών είχε θέσει κανόνες για την εφαρμογή του μέτρου και σε συνθήκες κανονικότητας, οι ρυθμίσεις του παραμένουν «κενό γράμμα» με αποτέλεσμα η aftodioikisi.gr να γίνεται δέκτης διαμαρτυριών υπαλλήλων που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου υγείας και θέλουν να κάνουν χρήση του μέτρου.
Σε παλαιότερα ρεπορτάζ μας, στελέχη του υπουργείου ανέφεραν ότι το σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος είχε σταλεί από τον περασμένο Ιανουάριο στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα που το ελέγχει προκειμένου να εκφράσει τη γνώμη της. Ωστόσο, από κει κι έπειτα δεν έγινε γνωστή καμία νεότερη εξέλιξη.
Ο νόμος για την τηλεργασία προέβλεπε εξάμηνη προθεσμία για την έκδοση του Προεδρικού Διατάγματος, δηλαδή ζητούσε να εκδοθεί μέχρι τον Δεκέμβριο του 2021. Προέβλεπε ακόμη ότι η αρμόδια ανεξάρτητη Αρχή είχε περιθώριο 15 ημερών για την έκφραση γνώμης επί του Διατάγματος, από την στιγμή που θα της σταλεί το σχετικό σχέδιο, ενώ «η άπρακτη παρέλευση της ως άνω προθεσμίας δεν κωλύει την έκδοση του προεδρικού διατάγματος». Με λίγα λόγια η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα περιορίστηκε βάση νόμου σε καθαρά γνωμοδοτικό ρόλο, ενώ το υπουργείο μπορούσε να εκδώσει με δική του πρωτοβουλία το Διάταγμα.
Για το θέμα άσκησε κριτική στον υπουργό Εσωτερικών, Μάκη Βορίδη, ο τομεάρχης Εσωτερικών και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Κώστας Ζαχαριάδης, κατά την διάρκεια ημερίδας του Διοικητικού Επιμελητηρίου Ελλάδας. Καυτηριάζοντας τις καθυστερήσεις στην εφαρμογή της τηλεργασίας απηύθυνε το «καυστικό» ερώτημα στον υπουργό «δηλαδή, τι από όσα έχετε νομοθετήσει παράγει συγκεκριμένα αποτελέσματα;».
Τι προβλέπει ο νόμος για την τηλεργασία
Σύμφωνα με το νόμο 4807/2021, η τηλεργασία έχει οικειοθελή χαρακτήρα τόσο για τους εργαζόμενους (μόνιμους και συμβασιούχους) όσο και για τις υπηρεσίες, υπό την προϋπόθεση να το επιτρέπει η φύση των υπαλληλικών καθηκόντων – υποχρεωτική καθίσταται η τηλεργασία εφόσον το ζητήσει η υπηρεσία σε περίπτωση κινδύνου δημόσιας υγείας (όπως στην τρέχουσα πανδημία).
Με εξαίρεση τους εκπαιδευτικούς και όσους υπαλλήλους απαιτείται βάσει καθηκόντων φυσική παρουσία στον χώρο εργασίας, οι προωθούμενες ρυθμίσεις αφορούν όλους τους δημόσιους φορείς και τις ΔΕΚΟ.
Με κανέναν τρόπο η τηλεργασία δεν επηρεάζει αποδοχές, ωράρια εργασίας, ασφαλιστικά δικαιώματα και άδειες, καθώς «οι τηλεργαζόμενοι απολαμβάνουν τα ίδια δικαιώματα και υπέχουν τις ίδιες υποχρεώσεις με τους μη τηλεργαζόμενους υπαλλήλους», αναφέρεται στο νομοσχέδιο.
Η τηλεργασία δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 44 εργάσιμες ημέρες ανά τρίμηνο στο ίδιο ημερολογιακό έτος. Σε συνθήκες κανονικότητας το μέγιστο ποσοστό τηλεργαζόμενων ανά Διεύθυνση ή Αυτοτελές Τμήμα δεν μπορεί να ξεπερνά το 25%, μπορεί όμως το ποσοστό να αυξηθεί έως το 50% με απόφαση του υπουργού Εσωτερικών ύστερα από αιτιολογημένο αίτημα του φορέα.
Ο τηλεργαζόμενος υπάλληλος μπορεί να ζητήσει οι απαιτούμενες συσκευές («σταθμός τηλεργασίας» περιγράφονται στο νομοσχέδιο) για την παροχή εξ αποστάσεως εργασίας αλλά και το κόστος συντήρησης και αναβάθμισής τους να βαρύνουν τον δημόσιο φορέα. Δεν επιτρέπεται η χρήση καμερών ενσωματωμένων στις συσκευές για τον έλεγχο της απόδοσης του υπαλλήλου. Μετά το πέρας του ωραρίου του ο τηλεργαζόμενος έχει δικαίωμα αποσύνδεσης από τα… τηλεργαλεία του, ώστε να μην ενοχλείται περαιτέρω από την υπηρεσία του.
Προκειμένου να ενταχθεί ένας υπάλληλος σε καθεστώς τηλεργασίας, εφόσον το επιθυμεί ο ίδιος, υποβάλλει έγγραφο αίτημα στον προϊστάμενό του, αναγράφοντας: α) τον αριθμό ημερών που επιθυμεί να τηλεργαστεί και β) τη διεύθυνση του τόπου παροχής τηλεργασίας. Ο προϊστάμενος πρέπει να απαντήσει εγγράφως στον υπάλληλο εντός προθεσμίας 10 ημερών, έχοντας πρώτα λάβει υπόψη του τις ανάγκες της υπηρεσίας. Αν η 10ημερη προθεσμία παρέλθει άπρακτη, το αίτημα του υπαλλήλου θεωρείται ότι έχει απορριφθεί.