Γράφει ο Ιωάννης Π. Παναγιωτούλιας, Postdoc, Ph.D, M.Sc, MBA, B.Sc.
Η σημερινή «αβεβαιότητα» απαιτεί ένα κατάλληλο μοντέλο διακυβέρνησης, ώστε να μην οδηγηθούμε σε μια «Παγκόσμια Γεωστρατηγική Κρίση».
Το τελευταίο διάστημα, διαπιστώνεται μια πρωτόγνωρη αβεβαιότητα, σε όλες τις πτυχές της κοινωνίας μας, ως αποτέλεσμα της «γεωστρατηγικής κρίσης» στην Ουκρανία και του αποκλεισμού της Ρωσίας από το διεθνές εμπόριο, σε συνδυασμό με μία σειρά και ως συνέχεια άλλων γεγονότων. Οι βαθμοί ελευθερίας της αβεβαιότητας έχουν αυξηθεί δραματικά, εξαιτίας της αύξησης του ενεργειακού κόστους, της αύξησης του πληθωρισμού,
του κινδύνου εμφάνισης μιας επισιτιστικής κρίσης, αλλά και των απωλειών που δημιουργήθηκαν έναντι των μνημονίων και της ύφεσης από την πανδημία της covid-19. Ως αναφορά στον πληθωρισμό μπορούμε να πούμε ότι σήμερα έχει κυρίως ενεργειακή προέλευση, οδηγώντας σε μεταφορά πλούτου από τους καταναλωτές ενέργειας στους παραγωγούς ενέργειας. Οι συνεχείς ανατιμήσεις του πετρελαίου, ενδέχεται να προκαλέσουν το ακραίο σενάριο του στασιμοπληθωρισμού, με αποτέλεσμα την αύξηση του κόστους των επενδύσεων, μειώνοντας έτσι τους όποιους ρυθμούς ανάπτυξης και αυξάνοντας ταυτόχρονα τα ποσοστά ανεργίας, παράλληλα με την αύξηση του πληθωρισμού.
Η αβεβαιότητα επηρεάζεται και από την κλιματική κρίση με τα επί μέρους κύματά της, υπό τη μορφή ακραίων καιρικών φαινομένων (πυρκαγιών, πλημυρών, χιονοπτώσεων, κτλ.).
Αλλά δεν τελειώσαμε ακόμα καθώς η εντροπία της αβεβαιότητας ήρθε να διαταραχθεί ακόμη περισσότερο κατά τη διάρκεια της πανδημίας, σπάζοντας την καθημερινή ρουτίνα και τις καθημερινές μας συνήθειες, καθώς και να: δημιουργήσει μια νέα γενιά αποστάσεων από τα κοινωνικά πρότυπα και κεκτημένες συνήθειες, κατηγοριοποιήσει τους ανθρώπους σε νέες κοινωνικές ομάδες και υποομάδες, αφυπνίσει μια νέα κοινωνικό – οικονομική
ανασφάλεια, δημιουργήσει ένα έλλειμμα κινήτρων για οποιαδήποτε καθημερινή στοχοθέτηση, συσσωρεύσει ενέργεια και ανάγκη για αναζήτηση νέων τρόπων αναδιοργάνωσης και διοχέτευσή της, αποτρέψει τη διαχείριση πληροφοριών από τα ΜΜΕ, αλλοιώσει την πνευματική υγεία – ψυχική υγεία – συναισθηματική διάθεση και αλληλεπίδραση με άλλους ανθρώπους, διογκώσει το φόβο για κάθε είδους συνωστισμό στα ΜΜΜ ή στους δημόσιους χώρους, αυξήσει τις αναφορές για περιστατικά έμφυλης βίας – ενδοοικογενειακής βίας – παιδικής εργασίας – εμπορίας ανθρώπων και εκμετάλλευσης και
τέλος η καραντίνα από μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων να έχει την αίσθηση της απομόνωση, του εγκλεισμού, της κράτησης, της τιμωρίας και του ψυχαναγκασμού, με σημαντικές επιπτώσεις στη συμπεριφορά μας.
Όλα τα παραπάνω δημιουργούν ένα εκρηκτικό μίγμα, το οποίο υπό κάποιες συνθήκες μπορεί να προκαλέσει ένα «ντόμινο πιέσεων» σε ατομικό, τοπικό, εθνικό αλλά και παγκόσμιο επίπεδο, επηρεάζοντας την ποιότητας ζωής και αυξάνοντας τον αριθμό των ανθρώπων που αδυνατούν να καλύψουν βασικές ανάγκες, αγγίζοντας τα όρια της φτώχειας. Είναι ορατή πλέον η εμφάνιση μιας βαθιάς κοινωνικής και ανθρωπιστικής κρίσης, με τον ανθρώπινο οργανισμό να αντιδρά μέσα από έναν έμφυτο μηχανισμό ψυχολογικής άμυνας που ονομάζεται «άρνηση». Άρνηση στο να αποδεχτεί την
πραγματικότητα, καθώς και να πιστέψει όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω του, καθώς βλέπει όλο και περισσότερο τα δικαιώματά του να καταστρατηγούνται από ισχυρά λόμπι και συμφέροντα, με αποτέλεσμα να διατρέχεται από ανασφάλεια, καχυποψία, δυσπιστία και έλλειψη εμπιστοσύνης για τις εκάστοτε πολιτικές και πολιτικούς, μεγεθύνοντας ακόμη περισσότερο τις κοινωνικές αποστάσεις και ανισότητες. Είμαστε σε ένα κομβικό σημείο στο οποίο εάν δεν παρθούν δραστικά μέτρα μέσα από ένα οργανωμένο σχέδιο δράσης, η κατάσταση θα ξεφύγει εκτός ελέγχου, δημιουργώντας τις ιδανικές συνθήκες για μια «Παγκόσμια Γεωστρατηγική Κρίση».
Αν θέλαμε να προσομοιάσουμε την παραπάνω εικόνα με όρους βιομιμητικής θα λέγαμε ότι ομοιάζει αρκετά με το «μεταβολικό σύνδρομο», δηλαδή τη μάστιγα της σύγχρονης εποχής μας, η οποία επηρεάζει τη συνολική λειτουργία ενός ανθρώπινου οργανισμού. Έτσι όπως η κοινωνία μας πλήττεται από μια πλειάδα κρίσεων (Πανδημία, Ενεργειακή, Κλιματική, Ανθρωπιστική, Κοινωνική, κτλ.), αντίστοιχα και με το «μεταβολικό σύνδρομο» ο
ανθρώπινος οργανισμός πλήττεται από μια πλειάδα διαταραχών που αφορούν στο λιπιδαιμικό και γλυκαιμικό προφίλ, στα επίπεδα ενέργειας, στην παχυσαρκία και εναπόθεση σπλαχνικού λίπους στην περιοχή της κοιλιάς, στην έμμηνο ρύση, αυξάνοντας τον κίνδυνο ανάπτυξης διαβήτη, καρδιαγγειακών και αυτοάνοσων νοσημάτων. Όλα αυτά μπορούν να οδηγήσουν σε μια γενικευμένη ανεπάρκεια του ανθρώπινου οργανισμού,
δηλαδή μία κατάσταση «ντόμινο διαταραχής» του οργανισμού, όπου το ένα όργανο ή το ένα σύστημα μετά το άλλο αποδυναμώνεται και παύει η λειτουργία του. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι παρόλο που μεμονωμένα η κάθε διαταραχή μπορεί να βρίσκεται εντός των επιτρεπτών ορίων (συνήθως μέγιστων), η ανεπάρκεια οφείλεται κυρίως στην αρνητική αθροιστική επιρροή τους στην απόδοση του ανθρώπινου οργανισμού, λόγω σημαντικών αλληλεπιδράσεων. Όταν διαπιστώνεται ότι ο ανθρώπινος οργανισμός πάσχει από «μεταβολικό σύνδρομο», πρέπει η προσέγγιση να είναι δραστική και σχετικά επιθετική, ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος επιπλοκών. Πραγματοποιείται εκτίμηση της κατάστασης και η εξαγόμενη θεραπεία κινείται (συνήθως) σε δύο βασικούς άξονες, την πρωτογενή παρέμβαση και τη δευτερογενή παρέμβαση. Η Πρωτογενής παρέμβαση έχει να κάνει με την
υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής και η Δευτερογενής με κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή, εναντίον των διαφορετικών διαταραχών που πλήττουν τον ανθρώπινο οργανισμό.
Έτσι, με όρους βιομιμητικής αντίστοιχη προσέγγιση (δραστική και σχετικά επιθετική) θα πρέπει να υιοθετηθεί και για την εξάλειψη της αβεβαιότητας που έχει δημιουργηθεί σήμερα, με στόχο να ελαχιστοποιηθεί η πιθανότητα μιας «γενικευμένης παγκόσμιας κρίσης». Σε επίπεδο πρωτογενούς παρέμβασης σημαντικό κομμάτι αποτελεί η ευαισθητοποίηση και αφύπνιση του καθενός από όλους εμάς. Οι κρίσεις γενικά απαιτούν
αλλαγή νοοτροπίας και κουλτούρας από όλους μας. Απαιτούν τον πολιτικό πολιτισμό μας με την ευρύτερη έννοια των πεποιθήσεων, των στάσεων, των αξιών, των συναισθημάτων, των εκφράσεων, των προτύπων διαβίωσης, των τοπικών και παραδοσιακών γνώσεων, της μετάδοσης δεξιοτήτων και των καλών πρακτικών, που θα μπορούσαν να συμβάλλουν στη βελτίωση των κανόνων που διέπουν τη συμπεριφοράς μας απέναντι στην κοινωνία μας. Η
Δευτερογενής παρέμβαση απαιτεί κατάλληλη θεραπεία, η οποία αφορά στην εξεύρεση του «κατάλληλου μοντέλου διακυβέρνησης» το οποίο θα αποτελέσει και το κλειδί για την επίλυση όλου του φάσματος των κρίσεων με τις οποίες ερχόμαστε αντιμέτωποι. Αξίζει να σημειωθεί πως η εμφάνιση του νέου κορωνοϊού ήρθε να μας επιβεβαιώσει ότι οι κρίσεις δεν μπορούν να επιλυθούν μόνο σε επίπεδο κρατών αλλά απαιτούν μια παγκόσμια συνεργασία, ώστε να αντιμετωπίσουμε κάθε απειλή κατά της ανθρωπότητας. Έτσι το μοντέλο θα πρέπει να πηγάζει μέσα από συνεργασίες και συνέργειες σε όλα τα επίπεδα της διακυβέρνησης, ώστε να είναι ικανό για να ξεπεραστούν κυρίως όλα τα παρακάτω:
Με εκτίμηση,
Ιωάννης Π. Παναγιωτούλιας
Γενικός Γραμματέας Δήμου Ελευσίνας