Κάθε χρόνο ο κόσμος πετά περίπου 931 εκατομμύρια τόνους τροφίμων, με τα περισσότερα να καταλήγουν σε χωματερές, όπου αποσυντίθενται παράγοντας σχεδόν το ένα δέκατο των αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
Η σπατάλη τροφίμων αποτελεί μεγάλη πρόκληση για τις χώρες που προσπαθούν να αντιμετωπίσουν την κλιματική αλλαγή στη διάσκεψη του ΟΗΕ για το Κλίμα (COP27). Οι χώρες σε όλο τον κόσμο δεσμεύθηκαν το 2015 να μειώσουν κατά το ήμισυ τη σπατάλη τροφίμων ως το 2030, αλλά πολύ λίγες βρίσκονται στον σωστό δρόμο για να το πετύχουν, σύμφωνα με αξιωματούχους από τον ΟΗΕ, οργανισμούς και μέλη κυβερνήσεων.
«Μένουν οκτώ χρόνια και δεν βρισκόμαστε κοντά στην επίτευξη του στόχου αυτού», σχολίασε η Ρόζα Ρολ, επικεφαλής της υπηρεσίας για τη σπατάλη και την απώλεια τροφίμων στην Οργάνωση Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO).
Μεταξύ των πέντε χωρών με τη μεγαλύτερη κατά κεφαλή σπατάλη τροφίμων τουλάχιστον τρεις –οι ΗΠΑ, η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία– έχουν αυξήσει τη σπατάλη από το 2015, σύμφωνα με ανεξάρτητες εκτιμήσεις, τις οποίες δεν διαψεύδουν οι κυβερνήσεις τους. Για τις άλλες δύο χώρες, τον Καναδά και την Ιρλανδία, δεν υπάρχουν διαθέσιμα αξιόπιστα στοιχεία.
Το πρόβλημα όμως δεν περιορίζεται στις πιο πλούσιες χώρες. Έρευνα του ΟΗΕ πέρυσι κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπάρχει «αμελητέα» σύνδεση μεταξύ της σπατάλης τροφίμων των νοικοκυριών και του ΑΕΠ μιας χώρας, κάτι που σημαίνει ότι οι περισσότερες χώρες «έχουν περιθώριο βελτίωσης».
Υπηρεσίες του ΟΗΕ και μη κυβερνητικές οργανώσεις που συμμετέχουν στην COP27 θα ζητήσουν αύριο από τις κυβερνήσεις να ανανεώσουν τις δεσμεύσεις τους και να δώσουν εκθέσεις προόδου κατά την επόμενη διάσκεψη στο Ντουμπάι του χρόνου, επεσήμανε η Ρολ.
Ο μέσος Αμερικάνος πετά περισσότερες από 700 θερμίδες ημερησίως – περίπου το ένα τρίτο της ημερήσιας πρόσληψης θερμίδων—, σύμφωνα με έρευνα του 2020 από επιστήμονες στην Ελβετία και την Ινδία.
Το ποσοστό των τροφίμων που σπαταλήθηκαν στις ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 12% από το 2010 ως το 2016 και έκτοτε έχει σταθεροποιηθεί, σύμφωνα με τη ReFED, μια οργάνωση που προωθεί τη μείωση της σπατάλης των τροφίμων και συνεργάζεται με την αμερικανική κυβέρνηση.
Μέρος του προβλήματος είναι η έλλειψη κατευθυντήριων γραμμών.
Το υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ, η Υπηρεσία Προστασίας Περιβάλλοντος και η Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων συμφώνησαν το 2018 να αντιμετωπίσουν από κοινού τη σπατάλη τροφίμων στις ΗΠΑ. Αλλά έχουν αφιερώσει περιορισμένους πόρους στην προσπάθεια.
Πέρα από το ομοσπονδιακό επίπεδο, μόλις πέντε πολιτείες έχουν υιοθετήσει νομοθεσία για να κρατήσουν τα τρόφιμα μακριά από τις χωματερές: η Καλιφόρνια, το Κονέκτικατ, η Μασαχουσέτη, το Ρόουντ Άιλαντ και το Βερμόντ.
Οι υπόλοιπες χώρες που βρίσκονται μεταξύ των πέντε τη μεγαλύτερη σπατάλη τροφίμων επίσης έχουν σημειώσει αργές προόδους.
Στη Νέα Ζηλανδία το ποσοστό των τροφίμων που καταλήγουν στο καλάθι των απορριμμάτων αυξήθηκε σε 13,4% το 2022 από 8,6% το 2021, σύμφωνα με έρευνα της εταιρείας Kantar.
Εκπρόσωποι από τον Καναδά, την Αυστραλία και την Ιρλανδία επίσης τόνισαν ότι οι χώρες είναι δεσμευμένες στη μείωση της σπατάλης των τροφίμων, αλλά δεν αναφέρθηκαν στις προόδους που έχουν ήδη γίνει.
Μία χώρα πηγαίνει καλά: η Βρετανία όπου η σπατάλη τροφίμων μειώθηκε κατά 27% από το 2007 ως το 2018.