ΣτΕ: Αντισυνταγματικές οι διατάξεις για τις Επιτροπές των Δήμων
Η μεταφορά αρμοδιοτήτων από τα Δημοτικά Συμβούλια στις Οικονομικές Επιτροπές και στις Επιτροπές Ποιότητας Ζωής και η συγκρότηση των Επιτροπών αυτών με (πλασματικές) πλειοψηφίες 3/5 υπέρ των Παρατάξεων των Δημάρχων κρίθηκαν αντισυνταγματικές από το Γ’ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ). Η υπόθεση παραπέμπεται στην Ολομέλεια του Ανώτατου Δικαστηρίου. Αν οι διατάξεις κριθούν εν τέλει αντισυνταγματικές και από την Ολομέλεια, τότε θα επηρεαστούν ανάλογα βάσει νομολογίας οι αντίστοιχες διατάξεις και για τις Περιφέρειες.
Οι επίμαχες διατάξεις (των νόμων 4623/2019 και 4625/2019) «παραβιάζουν τα δικαιώματα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι, καθώς και τις αρχές της ελεύθερης και ανόθευτης εκδήλωσης της λαϊκής θέλησης, ως έκφρασης της αρχής της λαϊκής κυριαρχίας και της ισότητας των όρων του εκλογικού ανταγωνισμού», έκρινε κατά πλειοψηφία το Γ’ Τμήμα.
Με τους πρώτους νόμους που πέρασε η κυβέρνηση το Kαλοκαίρι του 2019, για να αντιμετωπίσει το ορατό ενδεχόμενο της ακυβερνησίας των δήμων λόγω της Απλής Αναλογικής, ένα σύνολο αποφασιστικών αρμοδιοτήτων των δημοτικών συμβουλίων μεταφέρθηκε κυρίως στις Οικονομικές Επιτροπές (και κατά δεύτερον στις Επιτροπές Ποιότητας Ζωής). Περαιτέρω, με τις κυβερνητικές διατάξεις οι δημοτικές αρχές απέκτησαν ισχυρή πλειοψηφία (60%) στις επιτροπές, ακόμα και αν αποτελούσαν μειοψηφία στα δημοτικά συμβούλια βάσει των αποτελεσμάτων των εκλογών του Μαΐου του 2019 με την απλή αναλογική των δύο γύρων (αυτό συνέβη σε 231 από τους 332 δήμους της χώρας).
Οι εν λόγω διατάξεις ψηφίστηκαν πριν αναλάβουν καθήκοντα οι νεοεκλεγείσες δημοτικές αρχές και εφαρμόστηκαν από την αρχή της τρέχουσας αυτοδιοικητικής θητείας, την 1η Σεπτεμβρίου 2019.
Τι θα σημαίνει λοιπόν αν η παραπάνω απόφαση του Τμήματος γίνει δεκτή από την Ολομέλεια;
Πηγές του ΣτΕ εξηγούν ότι οι αποφάσεις αυτές διατηρούν το τεκμήριο νομιμότητας. Κατά την πάγια νομολογία για ένα σύνολο διοικητικών (όχι μόνο δημοτικών) οργάνων, ο μη νόμιμος χαρακτήρας ορισμού μελών και συγκρότησης ενός οργάνου (εν προκειμένω των Επιτροπών) δεν αποτελεί κατά κανόνα λόγο ακυρότητας των πράξεών τους. Επομένως, κατ’ αρχάς δεν έχουν κάποιο πρόβλημα, εκτός αν γίνει κάποια εμπρόθεσμη προσφυγή οπότε θα ληφθούν από τα αρμόδια δικαστήρια οι σχετικές αποφάσεις, τις οποίες αφενός κανείς δεν μπορεί να προκαταλάβει και αφετέρου η πτώση των πράξεων δεν ευνοείται από τη νομολογία δεκαετιών.